page top

Cool, Modal και Hard Bop

Επιμέλεια : Πάνος Βέτσικας

Δημοσιεύτηκε 31/12/2012 01:32

Το bebop άρχισε να «ηρεμεί» με τη δημιουργία της cool jazz. Στις αρχές  της δεκαετίας του 1950, οι μουσικοί της jazz δημιούργησαν μια λιγότερο ξέφρενη, απαλότερη προσέγγιση στον αυτοσχεδιασμό, στηριγμένη στο ανάλαφρο και ξερό παίξιμο του τενορίστα του swing, Lester Young. Το αποτέλεσμα ήταν ένας άνετος και χαλαρός ήχος που χαρακτηρίστηκε ως «cool». O τρομπετίστας Miles Davis ήταν από τους πρώτους μουσικούς του bebop που ακολούθησε το νέο ρεύμα και έγινε από τους μεγαλύτερους μεταρρυθμιστές του νέου στυλ. Το έργο του «Birth Of The Cool», ηχογραφημένο το 1949-1950 με ένα εννεαμελές σχήμα, απετέλεσε το πρότυπο της cool jazz.(Ακούστε όλο το άλμπουμ στο παρακάτω video)

Άλλοι αξιόλογοι μουσικοί του ρεύματος αυτού ήταν ο τρομπετίστας Chet Baker, oι πιανίστες Dave Brubeck και Lennie Tristano, o βιμπραφωνίστας Milt Jackson και οι σαξοφωνίστες Stan Getz, Lee Konitz, Zoot Sims, Paul Desmond και Gerry Mulligan. Πολλοί ενορχηστρωτές επίσης συνεισέφεραν στο «κίνημα» της cool jazz, όπως ο Gil Evans και ο Tadd Dameron. Οι συνθέσεις τους επικεντρωνόταν σε ηχοχρώματα και μια αργή αρμονία που δημιουργούσε τη ψευδαίσθηση του ελεύθερου χώρου. H cool jazz επέτρεπε μεγαλύτερα σχήματα, τα εννεαμελή και δεκαμελή σχήματα αντικατέστησαν τα κουαρτέτα και κουιντέτα των χρόνων του bebop. Mερικοί ενορχηστρωτές πειραματίστηκαν με την εισαγωγή και άλλων οργάνων, όπως το γαλλικό κόρνο και την τούμπα. Οι jazz μουσικοί που ηχογραφούσαν στα στούντιο του Los Angeles αμέσως ασπάστηκαν το νέο στυλ, στη δεκαετία το '50. Επηρεασμένοι κυρίως από το εννεαμελές σχήμα του Miles Davis, ανέπτυξαν αυτό που έγινε γνωστό σαν jazz της Δυτικής Ακτής (West Coast Jazz). Όπως και η cool jazz, η West Coast jazz ήταν πιο χαλαρή από το «αγχωμένο» bebop. Το μεγαλύτερο μέρος της νέας jazz ήταν γραμμένο σε παρτιτούρες, αλλά πάντα υπήρχαν ανοιχτοί χώροι για αυτοσχεδιασμούς. Αν και η West Coast jazz παιζόταν κυρίως στα στούντιο ηχογραφήσεων, υπήρχαν και ορισμένα κέντρα για live εμφανίσεις από κορυφαίους δημιουργούς. Μεταξύ τους o τρομπετίστας Shorty Rogers, ο σαξοφωνίστας Art Pepper, ο ντράμερ Shelly Manne και ο κλαρινετίστας Jimmy Guiffre.     

Αργότερα στα τέλη της δεκαετίας του '50, ο τρομπετίστας Miles Davis και ο τενορίστας  John Coltrane πειραματίστηκαν με κλίμακες (modes), μια προσέγγιση  στη μελωδία και τον αυτοσχεδιασμό δανεισμένη κατευθείαν από την κλασική μουσική. Χρησιμοποιούσαν ένα μικρό αριθμό κλιμάκων  για να δημιουργήσουν την σπονδυλική στήλη της κάθε σύνθεσης. Το αποτέλεσμα ήταν μια καθαρά μελωδική μορφή της jazz. Οι σολίστες πολλές φορές «έβγαιναν και έμπαιναν» ανάμεσα στις προκαθορισμένες κλίμακες για να δημιουργήσουν ένα αίσθημα έντασης και λύτρωσης. Οι ρυθμοί εκτεινόταν από αργοί μέχρι γρήγοροι, αλλά συνολικά, η μουσική είχε ένα αίσθημα περιπλάνησης και όχι βιασύνης. Για πιο εξωτικά αποτελέσματα, οι μουσικοί πολλές φορές χρησιμοποιούσαν μη ευρωπαϊκές κλίμακες (π.χ. ινδικές, αραβικές, αφρικάνικες) σαν μια βάση για τη μουσική τους. Το αόριστο τονικό κέντρο της modal jazz αποτέλεσε το εφαλτήριο για πειραματιστές της free jazz που ακολούθησαν, όπως π.χ. o Pharoah Sanders. Ανάμεσα στις κλασικές ηχογραφήσεις της περιόδου της modal jazz, εξέχουσα θέση έχουν οι συνθέσεις «Milestones», «So What» και «Flamenco Sketches» του Miles Davis και «My Favorite Things» καθώς και το «Impressions» του John Coltrane.

Την εποχή που η cool jazz κυριαρχούσε στη δυτική Ακτή, οι μουσικοί της jazz από το Ντιτρόιτ, τη Φιλαδέλφεια και τη Νέα Υόρκη, άρχισαν να αγκαλιάζουν μια πιο «σκληρή» μορφή της bebop που ονομάστηκε Hard Bop. Αν και ήταν στενά συνδεδεμένη με το παραδοσιακό bebop, στην ενέργεια και τις τεχνικές απαιτήσεις, η hard bop της δεκαετίας του '50 και του '60 στηριζόταν λιγότερο σε καθιερωμένες φόρμες τραγουδιών και εστίαζε περισσότερο σε στοιχεία των blues και στο ρυθμό του κάθε τραγουδιού. Τα σόλο και οι αυτοσχεδιασμοί, μαζί με μια ισχυρή δόση αρμονίας, παρέμειναν τα κύρια στοιχεία για τους πνευστούς ενώ, στο ρυθμικό τμήμα, τα ντραμς βγήκαν στο προσκήνιο και το πιάνο και το μπάσο πήραν μια πιο «ελεύθερη» μορφή. Το 1955 ο ντράμερ Art Blakey και ο πιανίστας Horace Silver σχημάτισαν τους Jazz Messengers, το πιο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα του hard bop. Ένα επταμελές συνήθως σχήμα που κράτησε μέχρι τη δεκαετία του '80, με πολλές βέβαια αλλαγές στις γραμμές του. Από τους Jazz Messengers παρέλασαν πολλοί από τους κορυφαίους μουσικούς του hard bop, όπως οι σαξοφωνίστες Hank Mobley, Wayne Shorter, Johnny Griffin και Branford Marsalis και οι τρομπετίστες Donald Byrd, Woody Shaw, Wynton Marsalis και Lee Morgan. To «Sidewinder» του Lee Morgan, που ηχογραφήθηκε το 1963, θεωρείται από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα τoυ hard bop.

Έργο εξωφύλλου πηγή:
http://www.cathyjamisonfineart.com/images/Cool%20Jazz%20Dreaming.jpg

Σχολιάστε το άρθρο

Facebook
Twitter GooglePlus